- φιλαριστοτέλης
- και φιλοαριστοτέλης, ὁ, Αφίλος, θαυμαστής τού Αριστοτέλους.[ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο)-* + Ἀριστοτέλης].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
φιλαριστοτέλης — admirer of Aristotle masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φιλοαριστοτέλης — ὁ, Α βλ. φιλαριστοτέλης … Dictionary of Greek